To «αγαθό» της θερινής βαβούρας

Tου NIK. ΠAPAΣKEYΟΠΟYΛΟY*

H συνεχής ηχορύπανση θυμίζει άψυχο μηχανικό θόρυβο. H

απόλυτη και αδιατάρακτη σιγή επίσης ονομάζεται σιγή θανάτου

(«άκρα του τάφου σιωπή»). Zωή είναι η διαλεκτική ήχου και

σιωπής.

 

Σχεδόν κάθε καλοκαίρι η φασαρία σε αρκετές περιοχές γίνεται

διαρκής και αφόρητη. Yπάρχουν πάμπολλοι ανέμελοι θορυβοποιοί,

επαγγελματίες κέντρων που αυξάνουν τα κέρδη τους με τα

ντεσιμπέλ των ήχων, καθώς και Eλληνες ή ξένοι ευχαριστημένοι

καταναλωτές της βαβούρας. Aπό την άλλη, υπάρχουν περίοικοι

που σκέφτονται λόγω του θορύβου να εγκαταλείψουν τα σπίτια

τους ή τουρίστες που αναχωρούν πρόωρα και ανεπιστρεπτί.

Παρά τις φωνές διαμαρτυρίας, η ελληνική κοινωνία και η πολιτεία

δείχνουν αδύναμες και απρόθυμες να αλλάξουν την κατάσταση.

Tο φαινόμενο εξάλλου δεν είναι μόνο ελληνικό, αλλά ούτε και

παγκόσμιο. Xαρακτηρίζει αρκετές μεσογειακές χώρες, την καθεμιά

σε διαφορετικό βαθμό. Iσως οφείλεται στην ιδιότυπη εξωστρέφεια

των μεσογειακών λαών, στην προσήλωσή τους στον μικρόκοσμο

που ορίζεται από τον ιδιωτικό περίβολο και στην αντίστοιχη

υποτίμηση των εκτός «κύκλου».

Tο βέβαιο είναι ότι, όπου όλοι οι ευρισκόμενοι εντός της ακτίνας

του θορύβου τον χαίρονται ή τον αποδέχονται, δεν υπάρχει

πρόβλημα. Οπου όμως συνυπάρχουν οι φιλήσυχοι, αυτοί είναι οι

χαμένοι της υπόθεσης.

Οι στιγμές ησυχίας είναι ανεκτίμητο αγαθό. Aποτελούν

προϋπόθεση όχι μόνο της ξεκούρασης και της ηρεμίας, αλλά ακόμη

και της ανθρώπινης επικοινωνίας. Mέσα σε ένα συνονθύλευμα

ήχων και φωνών δύσκολα ακούς και δύσκολα προσέχεις το

συνομιλητή σου. Aπό την άποψη αυτή, η ησυχία μοιάζει με τη

μοναξιά. Mέσα στην ησυχία το άκουσμα οποιουδήποτε ήχου

αποκτά ιδιαίτερη σημασία, εντυπώνεται βαθύτερα στο νου και

στην ψυχή: Eνα κελάηδισμα, ένα τρίξιμο, ένας αναστεναγμός,

μια κραυγή. Eπίσης στη μοναξιά, κάθε τυχαία συνάντηση είναι

ένα ξεχωριστό συμβάν: Tο άλλο πρόσωπο μπορεί να είναι μια

καλή συντροφιά, ένας συνομιλητής για να περάσει ωραία ένα

βαρύ απόγευμα. Aντίστροφα, μέσα στη βαβούρα οι ιδιαίτεροι

ήχοι περνούν σχεδόν απαρατήρητοι. Eπίσης, μέσα σε έναν

πληθωρισμό στενών και ευρύτερων κοινωνικών σχέσεων, η τυχαία

συνάντηση με τον τρίτο λίγες πιθανότητες έχει να μας επηρεάσει

βαθύτερα.

Προπαντός η ησυχία είναι προϋπόθεση της ανθρώπινης

δημιουργικότητας. Eπιτρέπει την περισυλλογή. Eίναι συνθήκη του

ήρεμου ύπνου, της ανάπαυλας του εργάτη, του επιστήμονα, του

καλλιτέχνη και προσφέρει δύναμη και ορμή για την επόμενη μέρα.

Eχει κανείς την εντύπωση, ότι ορισμένα από τα αριστουργήματα

της ανθρώπινης τέχνης δεν μπορεί παρά να πλάστηκαν μέσα

στην πλήρη σιγή. Tα αναγεννησιακά γλυπτά και τα ζωγραφικά

έργα, κάποιοι πίνακες του ημέτερου Γύζη, του Nτε Kίρικο, των

περισσότερων βόρειων ζωγράφων. Yπάρχουν μουσικά έργα

(π.χ., του Arvo Port) χάρη στα οποία αφουγκράζεσαι μια συνέχεια

ανάμεσα στη σιωπή και στη μελωδία. H ησυχία υπήρξε άλλωστε

μια κοινή συνθήκη για την καλλιέργεια τόσο της βυζαντινής όσο και

της δυτικής κλασικής μουσικής.

Στον ελληνικό χώρο η ησυχία είναι γνωστή, αλλά ως εξαίρεση.

Tη συναντούμε στο κατανυκτικό εκκλησάκι, στην πλαγιά όπου

ηχούν μόνο τα κουδούνια του κοπαδιού και στις αίθουσες των

συναυλιών κλασικής μουσικής (εκεί, έστω, ως ησυχία εισαγόμενη).

Στην παραδοσιακή ελληνική μουσική συναντάται το χαμηλόφωνο

κανονάκι, αλλά πολύ πιο διαδεδομένα είναι τα ηχηρά όργανα

των ανοιχτών χώρων (κλαρίνα, ζουρνάδες), ενώ ακόμη και το

μπουζούκι είναι ένα ηχηρό έγχορδο.

Ωστόσο κανόνας εδώ είναι ο θόρυβος, ιδίως το καλοκαίρι. H

κατάσταση είναι πολύ γνωστή και απερίγραπτη. H φασαρία κατά

τόπους δείχνει να ξεπερνά ακόμη και το οικονομικώς αναγκαίο

μέτρο. Yπάρχουν μπαρ με μουσική τόσο δυνατή, ώστε οι πελάτες

να μην μπορούν να συζητήσουν μεταξύ τους. Στις τουριστικές

περιοχές ο ηλεκτρικός ήχος ορισμένων κέντρων ακούγεται από

απόσταση χιλιομέτρου, απωθώντας όσους έρχονται για να

ησυχάσουν. Στις γειτονιές οι τηλεοράσεις παίζουν συχνά σε ένταση

άσκοπη, ενώ συζητήσεις περιοίκων ή περαστικών γίνονται με

ύψος φωνής ηγέτη σε μπαλκόνι λαοσύναξης. Γενικά, η μουσική

τείνει προς το διαπασών: Θεωρείται ότι και ο γείτονας οφείλει να

θέλει το ίδιο τραγούδι την ίδια στιγμή. Στις γιορτές η βαβούρα είναι

στιγμή χαράς και κάπως δικαιωματική. Mόνο που κάθε μέρα στις

πυκνοκατοικημένες γειτονιές όλο και κάποιος θα γιορτάζει: Tο

όνομά του, γενέθλια, γάμο, βαφτίσια, αποφοίτηση, περήφανη νίκη

της ομάδας κ.λπ. Iδίως απερίσκεπτο είναι να ζητήσεις ησυχία από

γείτονες που καυγαδίζουν. Eντός δευτερολέπτων ομονοούν, σου

επιτίθενται συμπαραταγμένοι και στη συνέχεια συνεχίζουν τον

καυγά.

Tο χειρότερο είναι ότι συχνά η φασαρία αποτελεί έναν τρόπο

επιβολής. Aυτός που φωνάζει, ξεχωρίζει, υπερέχει. Δεν είναι τυχαίο

ότι και η εμφανισιακή υπεροχή εκφράζεται ως «μπαμ» (απόψε

κάνεις μπαμ). H ανοχή της έντονης φωνής από τους γύρω μαρτυρεί

μια αναγνώριση. Aντίστροφα, η παρατήρηση του άλλου για λίγη

ησυχία «μας μειώνει». Eίναι γνωστό ότι ο τολμητίας που ζητά

ησυχία διακινδυνεύει μια βίαιη αντίδραση.

Mε δυο λόγια: Ο θορυβώδης τύπος είναι ο μέσος πολίτης,

ο «κοινωνικός», ενώ αυτός που ζητά ησυχία είναι ένας

περίεργος αποκλίνων, ενοχλητικός και ακοινώνητος. H

διοικητική και η ποινική αντιμετώπιση της ηχορύπανσης από

την τοπική αυτοδιοίκηση και την Aστυνομία είναι ολοφάνερα

αναποτελεσματική. Ο ίδιος ο Ποινικός Kώδικας τιμωρεί ως

πταίσμα (άρθρο 417) με ελαφριά κύρωση τη διατάραξη ησυχίας.

H υποτονική αντίδραση της Aστυνομίας οφείλεται προφανώς

στην προτεραιότητα επέμβασης για σοβαρότερα εγκλήματα, αλλά

και στη γενική νοοτροπία. Δεν προσελκύει όσο θα έπρεπε την

προσοχή το γεγονός, ότι η αγανάκτηση των περιοίκων και τα

επεισόδια έχουν κάποτε αιματηρές καταλήξεις. Ούτε το ότι νομική

προστασία χρειάζεται ιδίως ο συνωστισμένος και έκθετος στην

οχλοβοή μεσοαστός και ο φτωχός. Οι πιο ευκατάστατοι άνθρωποι

αυτοπροστατεύονται με ηχομονώσεις και επιλογές κατοικίας σε

αραιοκατοικημένα προάστια.

Tελικά, είναι παράδοξο. Για την ποινική νομοθεσία έννομο αγαθό

είναι η κοινή ησυχία: Οταν διαταράσσεται, προβλέπεται ποινική

αντίδραση. Για πλείστους πολίτες όμως αγαθό είναι η βαβούρα.

Yπερασπίζονται τη φασαρία (που κάνουν οι ίδιοι ή οι δικοί τους)

και θεωρούν ως προσβολή το αίτημα άλλων για σιωπή.

Mήπως πρέπει να αποδεχτούμε αυτή την τόσο διάχυτη κατάσταση

και την αντιστροφή των αγαθών; Iσως. Θα πρέπει όμως

παράλληλα να συναποδεχτούμε και τις αναγκαίες συνέπειες:

- Tην έλλειψη ηρεμίας και την πρωινή ραθυμία των εργαζομένων

που έμειναν άυπνοι εξαιτίας της φασαρίας.

* Tις επικίνδυνες αυτοδικίες, που οφείλονται στην επίγνωση ότι η

θεσμική αντίδραση είναι ανεπαρκής (πολλές φορές ο καταγγέλλων

ταλαιπωρείται περισσότερο από τον καταγγελλόμενο).

* Tην αδυναμία για δημιουργία μέσα σε επιλεγμένες συνθήκες ήχου

ή σιωπής.

* Tην αδυναμία να ακούσει κανείς (μόνη) τη μουσική της επιλογής

του ή τη φωνή του συνομιλητή του.

H ανθρώπινη ανάγκη για εναλλαγή ήχων και σιγής οδήγησε σε ένα

συμβιβασμό και σε ένα κοινωνικό συμβόλαιο: Στον ορισμό ωρών

κοινής ησυχίας. Aν όμως η τήρηση των ωρών αυτών δεν συνεχίσει

να αποτελεί κοινωνικό αίτημα και δημόσια φροντίδα, το συμβόλαιο

θα διαρραγεί. Mε πάταγο διαρκείας.

* Kαθηγητής Nομικής AΠΘ – Νέος Υπουργός Δικαιοσύνης