Η ηχορύπανση ένοχη για την απώλεια ακοής

     

Την έβδομη θέση σε συχνότητα εμφάνισης μεταξύ των χρονίων νοσημάτων κατέχει η βαρηκοΐα.

 Ο θόρυβος από την κίνηση της πόλης ή στον εργασιακό χώρο μπορεί να επηρεάσει δυσμενώς τη ακοή. Οι ειδικοί εκτιμούν ότι ένας στους τρεις κατοίκους πόλεων ζουν κατά τις νυκτερινές ώρες σε επίπεδα θορύβου άνω των 55 dBA. Τα συγκεκριμένα επίπεδα ηχορύπανσης ενδέχεται να επηρεάσουν την ακοή.

Μετρήσεις που έχουν γίνει στην Ελλάδα έδειξαν ότι αρκετές περιοχές της Αττικής παρουσιάζουν αυξημένα επίπεδα θορύβου, κυρίως σε ώρες αιχμής. Το υψηλότερο επίπεδο καταγράφηκε στον εσωτερικό δακτύλιο της Αθήνας και ήταν 86 dB την ημέρα και 81 dB τη νύχτα.

Οι σύγχρονες εθνικές στρατηγικές για την υγεία οφείλουν να θέτουν στόχους για την εντόπιση και αντιμετώπιση των παθήσεων, οι οποίες έχουν σοβαρές επιπτώσεις στη γενικότερη κοινωνική και οικονομική δομή της χώρας, σημειώνουν ο καθηγητής Ωτορινολαρυγγολογίας (ΩΡΛ) Ιωάννης Ξενέλης και ο συντονιστής διευθυντής ΩΡΛ στο νοσοκομείο «Αγία Oλγα» Νίκος Μαρουδιάς.

Μία αντίστοιχη ομάδα παθήσεων ?σημειώνουν? είναι αναμφίβολα οι ακουστικές διαταραχές. Οδηγούν σε αποδιοργάνωση του συνολικού ψυχισμού του ατόμου, ενώ ταυτόχρονα παρεμβαίνουν βίαια στην υπόλοιπη κοινωνικο-οικονομική δομή τόσο του ιδίου όσο και της πολιτείας.

Το γεγονός αυτό έχει τύχει, δυστυχώς, μικρής αναγνώρισης, διότι η λειτουργική και ανατομική υπόσταση της ακοής, όσο και της απουσίας της, δεν παρέχουν κανένα οπτικό στίγμα.

Η ύπαρξη ακοής βιώνεται, χωρίς να χρειάζεται να σκεφτούμε ή να παρατηρήσουμε την παρουσία της. Είναι απλά μια φυσιολογική αισθητηριακή λειτουργία, η απουσία της οποίας δεν παρέχει καμία οπτική ένδειξη.

Υπάρχει στενή σχέση της ακοής με τον οιονδήποτε γλωσσικό κώδικα, ο οποίος τελικά εξωτερικεύεται είτε μέσω του προφορικού είτε μέσω του γραπτού λόγου. Η απουσία ηχητικών παραστάσεων, συνεπάγεται αδυναμία εκφοράς προφορικού λόγου και σοβαρές δυσκολίες στη γραφή και στην ανάγνωση.

Σύμφωνα με τους ειδικούς, υπάρχει επιστημονικά τεκμηριωμένη άποψη ότι η έγκαιρη αντιμετώπιση των διαταραχών της ακοής με τα σύγχρονα ιατρικά μέσα, εξασφαλίζει με επιτυχία την ένταξη των πασχόντων στο κοινωνικό σύνολο και παράλληλα διασφαλίζει τεράστιους πόρους στην εθνική οικονομία.